ΤΟ ΔΩΔΩΝΑΙΟ ΒΡΑΧΙΟΛΙ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΗΣ
Κάποτε λένε η Διώνη δίψασε και κατέβηκε στον Δωδωναίο ποταμό να πιει. Εκεί μία γυναίκα με κόκκινα ρούχα την περίμενε. Έσκυψε στο ποτάμι και μία νεράιδα με μοβ φτερά της ψιθύρισε «Από τον τόπο σου είναι αυτή, να την προσέχεις». Η Γυναίκα πήγε κοντά της και προσπάθησε να την πάρει αγκαλιά. Η Διώνη όμως έφυγε γοργά και την έσπρωξε. «Ποια είσαι εσύ?» την ρώτησε και έπιασε την μέση της. «Με ξέχασες?» της απάντησε και έπιασε την καρδιά της. «Ξέχασες τα Κοραλία της μας μικρή μου, αγνόησες τους χαλαζίες μας» της αποκρίθηκε. «Είμαι η Κλεισιθήρα, ψάχνω στα βουνά της Ηπείρου να σε βρω» η Διώνη κοίταξε στο Πεντάκολο «Η Κλεισίθήρα πέθανε όταν ήμουν πολύ μικρή» και η Διώνη έφυγε από κοντά της πέρασε τον ποταμό και έφυγε για το παλάτι της. Η Κλεισιθήρα έμεινε εκεί να την περιμένει. Τα κεχριμπαρένια μάτια της είχαν υγρανθεί, τα μαύρα μαλλιά της ανέμιζαν από τον αέρα, ο Όνυχας στο περιδέραιο της σχεδόν έσπασε όπως έσπασε και η καρδιά της.
Κάποτε λένε η Διώνη δίψασε και κατέβηκε στον Δωδωναίο ποταμό να πιει. Εκεί μία γυναίκα με κόκκινα ρούχα την περίμενε. Έσκυψε στο ποτάμι και μία νεράιδα με μοβ φτερά της ψιθύρισε «Από τον τόπο σου είναι αυτή, να την προσέχεις». Η Γυναίκα πήγε κοντά της και προσπάθησε να την πάρει αγκαλιά. Η Διώνη όμως έφυγε γοργά και την έσπρωξε. «Ποια είσαι εσύ?» την ρώτησε και έπιασε την μέση της. «Με ξέχασες?» της απάντησε και έπιασε την καρδιά της. «Ξέχασες τα Κοραλία της μας μικρή μου, αγνόησες τους χαλαζίες μας» της αποκρίθηκε. «Είμαι η Κλεισιθήρα, ψάχνω στα βουνά της Ηπείρου να σε βρω» η Διώνη κοίταξε στο Πεντάκολο «Η Κλεισίθήρα πέθανε όταν ήμουν πολύ μικρή» και η Διώνη έφυγε από κοντά της πέρασε τον ποταμό και έφυγε για το παλάτι της. Η Κλεισιθήρα έμεινε εκεί να την περιμένει. Τα κεχριμπαρένια μάτια της είχαν υγρανθεί, τα μαύρα μαλλιά της ανέμιζαν από τον αέρα, ο Όνυχας στο περιδέραιο της σχεδόν έσπασε όπως έσπασε και η καρδιά της.
Ένα βράδυ η Διώνη από το μαράζι της που έβλεπε πως την περίμενε η Κλεισιθήρα κατέβηκε και πήγε να την βρει, την πήρε αγκαλιά και την έβαλε στον ώμο της και την πήγε προς το παλάτι της, από την χαρά της η Κλεισίθηρα δεν άντεξε και πέθανε στα χέρια της Διώνη. Η Διώνη από την στεναχώρια της που έχασε την ψυχομάνα της βυθίστηκε στην μοναξιά της κρατώντας τον Όνυχα της. Τρείς μήνες μετά η Διώνη πήρε τα λόγια της και αυτά που φορούσε και ένα έφτιαξε ένα βραχιόλι. Από κεχριμπάρι, κοράλλι, λευκό χαλαζία και τέλος ένα κομμάτι φεγγαρόπετρα για αν της θυμίζει πως εκείνη την ημέρα που έχασε την ψυχομάνα της ήταν Πανσέληνο. Μέσα έκλεισε ευχές των Ονείρων, του μορφέα και του ύπνου και από τότε το ονόμασε το Βραχιόλι των ονείρων. Για ένα όνειρο που πραγματοποιήθηκε σε ένα βράδυ. Η αγάπη και η ζεστασιά για τον ξεχασμένο τόπο ζωντάνεψε.
ΛΙΓ Α ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΒΡΑΧΙΟΛΙ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ
Το Βραχιόλι τούτο σε ταξιδεύει στον κόσμο των ονείρων...σου δείχνει τον δρόμο για να βρεις αυτό που επιθυμείς. Ένα βραχιόλι με πολύ μεγάλη δύναμη. Όποιος το φορά έχει τη δυνατότητα να δει στον ύπνο του θολά τι θα γίνει την επόμενη μέρα. Το όνειρο είναι σχετικά ασαφές, αλλά είναι εικόνα και όχι μόνο λόγια της Θεάς της Μοίρας. Τη νύχτα των ονείρων όχι μόνο ο χαρακτήρας δεν ξεκουράζεται, αλλά υποφέρει από ισχυρούς εφιάλτες μόλις τελειώσει η ενόραση και την επόμενη μέρα είναι εξαντλημένος. Καλό θα είναι να μην το χρησιμοποιείται πάνω από μια φορά τον μήνα, καθώς το βραχιόλι έχει την ικανότητα να «ρουφάει» την δύναμη σε όποιον το φοράει. Οι παλιές μάγισσες συνήθιζαν να το χρησιμοποιούν την νύχτα της πανσελήνου, όπου τα όνειρα έχουν μεγαλύτερη δύναμη. Το βραχιόλι ήταν φτιαγμένο με τέχνη περισσή και αγάπη. Με ημιπολύτιμους λίθους από κάθε γωνιά της γης φερμένους. Σταλακτίτη από το σπήλαιο των νεραϊδών, ήλεκτρο από τις στέπες τις Βαλτικής, κοράλλι από τα βάθη των θαλασσών, αμέθυστο και φεγγαρόπετρα και τόσα άλλα, καθένα μελετημένο για να δίνει την δύναμη του στην μάγισσα που το φοράει. Ένα βραχιόλι με δύναμη μεγάλη, που το φορούσαν μάγισσες στο χέρι το δεξί. Βραχιόλια μαγικά υπήρχανε πολλά και κάθε κάστα μαγισσών είχε και το δικό της. Άλλα ήταν στολισμένα με φεγγάρια, αλλά πάλι με πεντάλφες κι άλλα με σταυρούς.
ΜΕΣΑ ΣΕ ΕΝΑ ΜΑΓΙΚΌ ΞΥΛΙΝΟ ΚΟΥΤΙ ΒΡΕΘΗΚΕ ΕΝΑ ΒΡΑΧΙΟΛΙ
Ένα βραχιόλι με δύναμη μεγάλη, που το φορούσαν μάγισσες στο χέρι το δεξί. Βραχιόλια μαγικά υπήρχανε πολλά και κάθε κάστα μαγισσών είχε και το δικό της. Άλλα ήταν στολισμένα με φεγγάρια, αλλά πάλι με πεντάλφες κι άλλα με σταυρούς.
Μα το βραχιόλι αυτό ήταν το πιο δυνατό και σπάνιο. Τι βραχιόλι των ονείρων, όπως το έλεγαν. Στον κόσμο υπήρχαν μόνο τέσσερα κι από αυτά μόνο ένα έχει σωθεί. Και τα τέσσερα ήταν αρχοντικά και ξακουσμένα. Το ένα από τις Ινδίες κουβαλούσε την δύναμη του κάρμα και την ευχή των Βραχμάνων μοναχών που φύλασσαν τις γραφές του Βέδες και ήταν στολισμένο με το σύμβολο του Σίβα. Το δεύτερο ήταν από την κάτω Αίγυπτο, εκεί που μυστικές δοξασίες ενώνονται με πανάρχαιες μαγικές τελετές και έφερε πάνω του σύμβολα μαγικά γεμάτα με την δύναμη των μύθων της αρχαίας σοφίας. Το μάτι του θεού Όσιρι στόλιζε το βραχιόλι και το έκανε μοναδικό και σπάνιο σε ολόκληρο τον κόσμο. Λένε ότι ήταν δώρο των μεγάλων μάγων προς της μοναδική γυναίκα Φαραώ, την Χατσεπσούτ. Το τρίτο βραχιόλι ήταν από την ένδοξη Βασιλεύουσα και είχε την ευχή του πεφωτισμένου της Αγίας Ελένης και κλειδωμένα μέσα του κομμάτια από το Τίμιο Ξύλο. Το τελευταίο βραχιόλι ήταν από την Ελλάδα. Έκλεινε μέσα του όλη την σοφία και την γνώση χιλιάδων χρόνων και την δύναμη της γής. Ήταν φτιαγμένο με τους λίθους της εξουσίας. Κεχριμπάρι, κοράλλι, χαλαζία και άλλες τέσσερις πολύτιμες πέτρες. Λένε ότι αυτός που το φοράγε ήταν ακατανίκητος και αποκτούσε δύναμη και σεβασμό. Οι παλιές μάγισσες το λάτρευαν και έκαναν θυσίες και τελετές για χάρη του. Το βάπτιζαν σε νεραϊδόνερο και το φύλαγαν για τρία φεγγάρια στην πέτρα της ευχής.
Ένα βραχιόλι με δύναμη μεγάλη, που το φορούσαν μάγισσες στο χέρι το δεξί. Βραχιόλια μαγικά υπήρχανε πολλά και κάθε κάστα μαγισσών είχε και το δικό της. Άλλα ήταν στολισμένα με φεγγάρια, αλλά πάλι με πεντάλφες κι άλλα με σταυρούς.
Μα το βραχιόλι αυτό ήταν το πιο δυνατό και σπάνιο. Τι βραχιόλι των ονείρων, όπως το έλεγαν. Στον κόσμο υπήρχαν μόνο τέσσερα κι από αυτά μόνο ένα έχει σωθεί. Και τα τέσσερα ήταν αρχοντικά και ξακουσμένα. Το ένα από τις Ινδίες κουβαλούσε την δύναμη του κάρμα και την ευχή των Βραχμάνων μοναχών που φύλασσαν τις γραφές του Βέδες και ήταν στολισμένο με το σύμβολο του Σίβα. Το δεύτερο ήταν από την κάτω Αίγυπτο, εκεί που μυστικές δοξασίες ενώνονται με πανάρχαιες μαγικές τελετές και έφερε πάνω του σύμβολα μαγικά γεμάτα με την δύναμη των μύθων της αρχαίας σοφίας. Το μάτι του θεού Όσιρι στόλιζε το βραχιόλι και το έκανε μοναδικό και σπάνιο σε ολόκληρο τον κόσμο. Λένε ότι ήταν δώρο των μεγάλων μάγων προς της μοναδική γυναίκα Φαραώ, την Χατσεπσούτ. Το τρίτο βραχιόλι ήταν από την ένδοξη Βασιλεύουσα και είχε την ευχή του πεφωτισμένου της Αγίας Ελένης και κλειδωμένα μέσα του κομμάτια από το Τίμιο Ξύλο. Το τελευταίο βραχιόλι ήταν από την Ελλάδα. Έκλεινε μέσα του όλη την σοφία και την γνώση χιλιάδων χρόνων και την δύναμη της γής. Ήταν φτιαγμένο με τους λίθους της εξουσίας. Κεχριμπάρι, κοράλλι, χαλαζία και άλλες τέσσερις πολύτιμες πέτρες. Λένε ότι αυτός που το φοράγε ήταν ακατανίκητος και αποκτούσε δύναμη και σεβασμό. Οι παλιές μάγισσες το λάτρευαν και έκαναν θυσίες και τελετές για χάρη του. Το βάπτιζαν σε νεραϊδόνερο και το φύλαγαν για τρία φεγγάρια στην πέτρα της ευχής.
Δεν μπορώ να ξεφύγω από το όνειρο. Φοράω το βραχιόλι των ονείρων και παγιδεύομαι μέσα στο όνειρο και την πραγματικότητα. Σαν ονειροπαγίδα. Με παγιδεύουν μάγισσες και ξωτικά. Κι εγώ με την σειρά μου τους παιδεύω. Άλλες φορές είναι γλυκό, άλλες φορές πάλι εφιάλτης. Θα τελειώσει κάποια στιγμή. Κάθε φορά πρέπει να κρατάς την πίκρα του τέλους και την γλύκα την αλήθειας. Εκείνης της αλήθειας της αλήθειας που πάντα κάπου θα συναντιέται με το μέλλον της επόμενης μέρας. Το μέλλον και η ψευδαίσθηση τα βράδια που θα φοράς το βραχιόλι θα μπλέκονται και θα αγκαλιάζονται μη έχοντας πού αλλού να ακουμπήσουν...Οι πολύτιμες πέτρες αγκαλιάζουν το βραχιόλι μου και πράγματα που έμοιαζαν πως θα ήταν για πάντα εκεί σβήνουν. Δεν αφήνουν σημάδια πουθενά μόνο που κάποτε όταν τα αγγίξεις, ξυπνούν, σαλεύουν σαν να υπάρχουν, αλλά και δεν υπάρχουν...Το ήλεκτρο και το κοράλλι γίνονται ένα και πονάνε μαζί μου. Ο πόνος είναι μεγάλος και γίνεται κραυγή. Η κραυγή γίνεται εικόνες. Και οι εικόνες η επόμενη μέρα που θα ζήσεις. Κάθε πόνος αποκτά νόημα και γίνεται μορφή και στιγμές που σε κάνει να νομίζεις ότι μπορείς να τις αγγίξεις εκείνη την στιγμή. Αλλά μην προσπαθήσεις ποτέ να τις αγγίξεις. Θα χαθούν και θα καταστρέψουν το αύριο. Αυτό που θα πρέπει να ζήσεις...