15 Δεκεμβρίου 2015

Πατρεία και Πίνακας (Μέρος 1,2,3,4)

Από τους Μύθους των μαγισσών


Εκείνο το βράδυ η Πατρεία ήταν τόσο κουρασμένη που ξάπλωσε στο προσκέφαλο που ήταν φτιαγμένο από ψάθα και άγρια χόρτα. Η Πατρεία τότε ήταν νέα και όμορφη και η Αφροδίτη πολιούχος της Πόλης της Αρχαίας Κασσώπης είχε αγαπήσει την Πατρεία γιατί ήταν αντάξια να γίνει ιέρεια της και την έκανε στον ναό της. 

«Σήκω από τον ύπνο σου κόρη μου» είπε τότε η Αφροδίτη στην Πατρεία που κοιμόταν «Ήρθε η ώρα να σου μάθω το μυστικό» και η Πατρεία πετάχτηκε από τον ύπνο της και ρώτησε «Όμορφη θεά και μητέρα» και η Αφροδίτη ήρθε κοντά της πλέων και της χάιδεψε το ροζ μάγουλο της. «Σήκω κόρη μου, ήρθε η ώρα να σε διδάξω» και η Πατρεία την κοίταξε με απορία «Εμένα διάλεξες για τα μυστικά σου»
και η Αφροδίτη έμεινε όρθια και της είπε «γράψε το μυστικό του πίνακα μου»
και η Πατρεία δίχως δισταγμό άρχισε να γράφει με γραφίδα και μελάνι σε πάπυρο.
Και σχεδίασε σύμβολα που η ίδια η Αφροδίτη της έδωσε.



«Αν κάνεις αυτό που σου λέω » είπε η θεά στην Πατρεία «Υπόσχομαι στην Στύγα παιδί δικό μου θα γεννήσεις που η μάνα μου θα λατρέψει και κόρη της θα την κάνει! Μα μη διστάσεις να το κάνεις!» και η Πατρεία είπε «Με πίστη σε εσένα και την μητέρα σου θα δείξω και δε θα διστάσω! Όσο θα έχω εσένα δεν φοβάμαι τίποτα».
Και η Αφροδίτη της Χαμογέλασε με την υπόσχεση πως ποτέ δεν θα την αφήσει και δε θα φύγει ποτέ από κοντά της.

"..................................................................."

Ένα κοριτσάκι έτρεχε ανάμελο στο δρόμο προς το καταγώγιο κρατώντας μία αλυσίδα στα χέρια της επάνω διακρινόταν τρία άστρα φωτεινά. Το βρόμικο φόρεμα του έδινε την εντύπωση πως ήταν από της φτωχές της Κασσώπης.

«Πατρεία, Πατρεία, Πατρεία» φώναζε και σταμάταγε λαχανιασμένο. «Πατρεία» ξανά φώναξε και η πόρτα της Πατρείας άνοιξε γρήγορα!

«Τι θέλεις Μυρτόνη?»
«Η θεά σου έστειλε δώρο»
«Εμένα?»
«Ναι! Το είχε αφημένο στον βωμό της»
«Τι δώρο?»
«Να αυτό εδώ!»

Και της έδωσε ένα βραχιόλι σιδερένιο που επάνω έφερε τρία άστρα! «Θα το φοράω όταν θα φτιάξω τον πίνακα μου!» είπε και το έβαλε στην καρδιά της. Η Πατρεία μπήκε ξανά στο δωμάτιο της και συνέχισε να σκαλίζει τα σύμβολα επάνω τον πίνακα της. δε σταμάταγε αν δεν έπεφτε το φώς του ήλιου, ήταν σαν εργασία όλη την ημέρα, κάπου προς το απόγευμα η Αφροδίτη της έστειλε λευκή Πελειάδα κοντά της και της είπε με ανθρώπινη λαλιά!

«Η Μάνα σου είπε να ξυπνήσεις το βράδυ»
«Η μάνα μου?»
«Ναι η Αφροδίτη θα έρθει να σε δει να είσαι ξύπνια!»
«Είμαι έτοιμη να την δεχτώ!»

Και συνέχισε να σκαλίζει τα σύμβολα! Σύντομα όμως κάτι αναπάντεχο θα γινόταν! 


"..................................................................."

"Μπράβο κόρη μου, που το φόρεσες!" είπε η Αφροδίτη και της χαμογέλασε και ο κόσμος έλαμψε ολάκερος. η Πατρεία έκατσε δίπλα της δείχνοντας το σχέδιο του Πίνακα!!!

"Είναι η στιγμή κόρη μου να γνωρίσεις τον σύντροφο σου"είπε η θεά προς την Πατρεία "ο κήπος σου θα ανθήσει όπως σου όρισα και θα σε αγαπάει" και η Πατρεία την κοίταξε "Πιστευεις πως είμαι έτοιμη να δεχθώ τον έρωτα?"

Ένα περιστέρι λευκό έκατσε δίπλα της και η Αφροδίτη χαμογέλασε! "Ναι" και έκανε νεύμα να δει το περιστέρι!

"Μα αν ερωτευτείς, όμορφος θα γίνει ο
πίνακας, Μα να θυμάσαι! Δε θα κάτσει πολύ"

"Τι εννοείς?" ρώτησε η Πατρεία και η θεά χάθηκε απο δίπλα της, και στην θέση της άφησε ένα όμορφο βραχιόλι με κόκκινη κλωστή και χρυσή αλυσίδα...

"Μου το υποσχέθηκες γλυκά μου μάνα, 


και εγώ ειμαι δίπλα σου"

Γλύκανε το πρόσωπο της... έφυγε απο τον ναό και γύρισε στο σπίτι της να σκαλίσει τα τελευταία χνάρια του πίνακα....
"..................................................................."


30 π.χ η εγκατάλειψη της Κασσώπης και το τέλος της Πατρείας

«Άντε Πατρεία, μάζεψε το μπόγο σου» Είπε τότε η Καλλίνη
«Δε φεύγω εγω από τον τόπο μου! τον τόπο της γέννησης μου»
«Δε μπορούμε να κάνουμε τίποτα, πρέπει να φύγουμε»
«Δεν ακολουθάω κανέναν Ρωμαίο εγω!»

Και η Πατρεία έφυγε προς τον Ναό της Αφροδίτης αγκαλιά είχε το κορίτσι της με τα Κίτρινα μάτια και τα καστανόξανθά μαλλιά, οι Ρωμαίοι έτρεχαν αλαφιασμένη και έσπρωχναν τους κάτοικους της πόλης. Ο Οκταβιανός μετά την Νίκη του Ακτίου, έχτισε την δικιά του πόλη την «πόλη της Νίκης» ή Νικόπολη και έβγαλε διάταγμα, όλοι από τις γύρο πόλης να εγκατασταθούν στην δική του πόλη.

«Μου υποσχέθηκες ευημερία» είπε η Πατρεία προς το άγαλμα της Αφροδίτης «και η κόρη μου πονάει!» και χτύπησε το πόδι του αγάλματος! «Σε πίστεψα και με εγκατέληψες!» και η Αφροδίτη ήρθε μπροστά της και την χάιδεψε!

«Έπαψες να ρίχνεις τον πίνακα κόρη μου!» και η Πατρεία αποκρίθηκε
«Άκου της φωνές των παιδιών σου που πονάνε!»
«Τους ακούω παιδί μου! η ανθρωπότητα αλλάζει!»
«Κρύψε με! Θέλω να πεθάνω εδώ!»
«Πες στον Βακρίο να φέρει τον πίνακα κόρη μου!»

Η Πατρεία άφησε το παιδί της στον ναό και έτρεξε με ότι δύναμη είχε προς το σπίτι να πάρει τον πίνακα και τους λίθους της. Μα ένας Ρωμαίος έκατσε μπροστά στην πόρτα της!
«……………………………………………………………………..»

«Ρίξε κόρη μου τον πίνακα»
«Μα δε μπορώ»
«Ρίξε τον Πίνακα, επιστέψουμε»
«και η κόρη μου!»
«Θα την δώσω στην μάνα μου Πατρεία!»

Και η Πατρεία έριξε τον πίνακα με μεγάλη Χαρά! Ερμήνευσε τους λίθους και είπε:

«Θεά το παιδί μου θέλει! Θέα θα γίνει και θα λατρευτεί!!!!»

«………………………………………………….»

Οι λίθοι έπεσαν από τα χέρια της και το άψυχο σώμα της ακούμπησε στα πόδια του Αγάλματος! Έφυγε από την ζωή από ανακοπή καρδιάς στα 57 χρόνια! Ανέγγιχτη…. Η κόρη και ο πίνακας χάθηκαν και δεν εμφανίστηκαν ποτέ στα χώματα εκείνα.. παρά μόνο όταν ο χρόνος ορίσει… Η Κασσώπη ερήμωσε!!!! Όποιος αρνήθηκε να πάει στην Νικόπολη έχασε την ζωή του… τα μισά κτήρια καταστράφηκαν και κάποια έμειναν όρθια μέχρι το τέλος του χρόνου!!!

Τέλος!